LEG 1, 08/05/2006
ATH-CPH, SK 778
Αεροσκάφος: Α321-232, ΟΥ-ΚΒΕ
Το αμόρε με έκανε drop-off στο διαπλανητικό, διηπειρωτικό, διαδημοτικό (Σπάτων-Παιανίας) hub το μεσημέρι της Δευτέρας μαζί με παραγγελίες για αρώματα, σοκολάτες και πολλές φωτογραφίες. Το ταξίδι ήταν επαγγελματικό, πληρωμένο και business class, όπως δηλαδή πρέπει να είναι όλα τα ταξίδια. Αφού έκανα το check in και ζήτησα παράθυρο, πέρασα την ώρα μου συζητώντας με τους συναδέλφους συνταξιδιώτες μέχρι να έρθει η ώρα να πάμε στο security control.
Δεν μπορώ να μην επισημάνω ότι έχω χάσει κάθε ενδιαφέρον για τον Βενιζέλο (το αεροδρόμιο, όχι τον εθνάρχη) και ότι το καλύτερο που βρίσκω κάθε φορά να κάνω όποτε περιμένω πτήση είναι να χαζεύω ξένα βιβλία στον Παπασωτηρίου. Ακόμη και η θέα από τα παράθυρα του γελοίου ταχυφαγείου είναι πια τόσο κοινότοπη που προτιμάω να παρατηρώ τις σταγόνες της βινεγκρέτ να απλώνονται στην μπλούζα μου (τρώω απρόσεκτα) παρά να παρακολουθήσω την τρισχιλιοστή απογείωση του SX-BGK ή κάτι τέτοιο πάνω από τις πεδιάδες των Μεσογείων.
Τέλος πάντων, οδεύσαμε προς την πύλη Β5 όπου μας περίμενε το OY–ΚΒΕ (μα καλά, κανείς δεν το έχει φωτογραφίσει στην Ελλάδα; ). Περιμένοντας την επιβίβαση, τα μεγάφωνα ανήγγειλαν ότι δύο Αιγύπτιοι που λέγονται Αχμέτ Χαγιαμπουγκ-κάτι και Γιούσεφ Ταχαλαταχάλασα (ή κάτι τέτοιο) τελευταίοι επιβάτες της πτήσης τάδε να τσακιστούν να πάνε στο αεροπλάνο τους. Η αναγγελία έγινε μόνο στα ελληνικά. Το ότι ήμουν ο μόνος στην ομήγυρη που γέλασε το εξέλαβα ως έλλειψη χιούμορ εκ μέρους των υπολοίπων.
Μπήκα στο αεροπλάνο. Μαγεία!! Η θέση ήταν η 3Α και ήταν όχι απλώς παράθυρο αλλά και bulk seat που σήμαινε ότι είχα το μεγαλύτερο seat pitch της ζωής μου (εκτός από ένα HAJ-FRA με Α340 πρώτη θέση, άλλη εμπειρία αυτή). Για τρεις ώρες είχα τη μοναδική ευκαιρία να καθίσω σταυροπόδι, διπλοπόδι, ακόμη και χταπόδι να ήμουν πάλι θα χωρούσα.
Ο αρχικός σχεδιασμός ήταν να πάμε Κοπεγχάγη μέσω Ζυρίχης με Swiss αλλά οι διοργανωτές το άλλαξαν σε SAS non stop. Ας ήταν όπως ήθελε, με τέτοιο seat pitch έτσι μου αρέσει να ταξιδεύω, κυριλέ, με ευγένεια, με το σεις και με το σας, με τη Σουίς και με τη Σάς.
Αφού απογειωθήκαμε από τον 03R, το πλήρωμα μας καλωσόρισε και είπε ότι οι επιβάτες της μπίζνες μπορούν να επιλέξουν μεταξύ ενός vegetarian μενού και ενός με φιλέτα. Οι επιβάτες της οικονομικής μπορούσαν (αν ήθελαν) να αγοράσουν σάντουιτς. Ένιωσα προνομιούχος. Ζήτησα δύο φιλέτα πάνω στα λαχανικά μου και γράπωσα τα μαχαιροπήρουνα (μεταλλικά παρακαλώ).
Μεταξύ άλλων το μενού είχε και τυρί φέτα δανέζικο το οποίο προσομοίαζε επικίνδυνα με φέτα παραλιακής ταβέρνας στη Νέα Μάκρη. Άρχισα να έχω αμφιβολίες για το πού προμηθεύονται τη φέτα οι ταβερνιάρηδες αλλά κάπου εκεί φτάσαμε πάνω από τη Θεσσαλονίκη και χώθηκα στο φινιστρίνι να δω το LGTS. Στις οθόνες έπαιζε μίστερ Μπίν (σοφή επιλογή μια και ήταν βουβές) και οι αεροσυνοδοί, που βαρέθηκαν να τους ζητάω συνεχώς κόκα κόλα, μου άφησαν δύο κουτάκια για να το βουλώσω.
Χονδρικά, η πορεία μας ήταν Ραφήνα, Σκύρος, Σποράδες, Θεσσαλονίκη, μια χώρα με όνομα που απαγορεύεται να αναφέρω, Σερβία, σύννεφα, σύννεφα, Δούναβης, σύννεφα, Πολωνία, λίγη Βαλτική, νότια Σουηδία, αριστερά και αμέσως δεξιά στο πρώτο νησάκι για προσγείωση στον 04L.
Το Kastrup μου άρεσε. Κυρίως το κεντρικό κτίριο και το Terminal 3 που είναι πανέμορφο και έχει και εκείνη την τριγωνική στέγη που, σαν φτερούγα, οδηγεί προς το σταθμό του τρένου και το παρακείμενο Airport Hilton. Κάθε αισθητική σύγκριση με χαμπ της νοτιοανατολικής Ευρώπης παρακαλώ να αποσιωπηθεί.
Το δωμάτιό μου στη νότια πτέρυγα του Hilton (είπαμε, άλλος πλήρωνε) είχε θέα στην πίστα (από τον 7ο όροφο και κάτω δεν έχει). Προς πληροφόρησή σας, η τιμή «πόρτας» του δωματίου είναι 2150DKK (288EUR περίπου) ενώ σου πουλάνε (αρχικλέφτες) ίντερνετ στο δωμάτιο με 150DKK (20 ευρώ) την ημέρα. Βρήκα ένα wifi δίκτυο που δεν έχω ιδέα ποιανού ήτανε και συνδέθηκα μια χαρά. Μέσα στο Kastrup η τιμή είναι 5,5 ευρώ η μισή ώρα (wifi και χωρίς πρίζες στο χώρο).
Φωτογραφίες δεν τράβηξα, είχα συνεχώς τον ήλιο στα μούτρα, ούτε να διαβάσω δεν μπορούσα. Δεν πειράζει, σκέφτηκα, θα τραβήξω στην επιστροφή. Που να ’ξερα…..
ATH-CPH, SK 778
Αεροσκάφος: Α321-232, ΟΥ-ΚΒΕ
Το αμόρε με έκανε drop-off στο διαπλανητικό, διηπειρωτικό, διαδημοτικό (Σπάτων-Παιανίας) hub το μεσημέρι της Δευτέρας μαζί με παραγγελίες για αρώματα, σοκολάτες και πολλές φωτογραφίες. Το ταξίδι ήταν επαγγελματικό, πληρωμένο και business class, όπως δηλαδή πρέπει να είναι όλα τα ταξίδια. Αφού έκανα το check in και ζήτησα παράθυρο, πέρασα την ώρα μου συζητώντας με τους συναδέλφους συνταξιδιώτες μέχρι να έρθει η ώρα να πάμε στο security control.
Δεν μπορώ να μην επισημάνω ότι έχω χάσει κάθε ενδιαφέρον για τον Βενιζέλο (το αεροδρόμιο, όχι τον εθνάρχη) και ότι το καλύτερο που βρίσκω κάθε φορά να κάνω όποτε περιμένω πτήση είναι να χαζεύω ξένα βιβλία στον Παπασωτηρίου. Ακόμη και η θέα από τα παράθυρα του γελοίου ταχυφαγείου είναι πια τόσο κοινότοπη που προτιμάω να παρατηρώ τις σταγόνες της βινεγκρέτ να απλώνονται στην μπλούζα μου (τρώω απρόσεκτα) παρά να παρακολουθήσω την τρισχιλιοστή απογείωση του SX-BGK ή κάτι τέτοιο πάνω από τις πεδιάδες των Μεσογείων.
Τέλος πάντων, οδεύσαμε προς την πύλη Β5 όπου μας περίμενε το OY–ΚΒΕ (μα καλά, κανείς δεν το έχει φωτογραφίσει στην Ελλάδα; ). Περιμένοντας την επιβίβαση, τα μεγάφωνα ανήγγειλαν ότι δύο Αιγύπτιοι που λέγονται Αχμέτ Χαγιαμπουγκ-κάτι και Γιούσεφ Ταχαλαταχάλασα (ή κάτι τέτοιο) τελευταίοι επιβάτες της πτήσης τάδε να τσακιστούν να πάνε στο αεροπλάνο τους. Η αναγγελία έγινε μόνο στα ελληνικά. Το ότι ήμουν ο μόνος στην ομήγυρη που γέλασε το εξέλαβα ως έλλειψη χιούμορ εκ μέρους των υπολοίπων.
Μπήκα στο αεροπλάνο. Μαγεία!! Η θέση ήταν η 3Α και ήταν όχι απλώς παράθυρο αλλά και bulk seat που σήμαινε ότι είχα το μεγαλύτερο seat pitch της ζωής μου (εκτός από ένα HAJ-FRA με Α340 πρώτη θέση, άλλη εμπειρία αυτή). Για τρεις ώρες είχα τη μοναδική ευκαιρία να καθίσω σταυροπόδι, διπλοπόδι, ακόμη και χταπόδι να ήμουν πάλι θα χωρούσα.
Ο αρχικός σχεδιασμός ήταν να πάμε Κοπεγχάγη μέσω Ζυρίχης με Swiss αλλά οι διοργανωτές το άλλαξαν σε SAS non stop. Ας ήταν όπως ήθελε, με τέτοιο seat pitch έτσι μου αρέσει να ταξιδεύω, κυριλέ, με ευγένεια, με το σεις και με το σας, με τη Σουίς και με τη Σάς.
Αφού απογειωθήκαμε από τον 03R, το πλήρωμα μας καλωσόρισε και είπε ότι οι επιβάτες της μπίζνες μπορούν να επιλέξουν μεταξύ ενός vegetarian μενού και ενός με φιλέτα. Οι επιβάτες της οικονομικής μπορούσαν (αν ήθελαν) να αγοράσουν σάντουιτς. Ένιωσα προνομιούχος. Ζήτησα δύο φιλέτα πάνω στα λαχανικά μου και γράπωσα τα μαχαιροπήρουνα (μεταλλικά παρακαλώ).
Μεταξύ άλλων το μενού είχε και τυρί φέτα δανέζικο το οποίο προσομοίαζε επικίνδυνα με φέτα παραλιακής ταβέρνας στη Νέα Μάκρη. Άρχισα να έχω αμφιβολίες για το πού προμηθεύονται τη φέτα οι ταβερνιάρηδες αλλά κάπου εκεί φτάσαμε πάνω από τη Θεσσαλονίκη και χώθηκα στο φινιστρίνι να δω το LGTS. Στις οθόνες έπαιζε μίστερ Μπίν (σοφή επιλογή μια και ήταν βουβές) και οι αεροσυνοδοί, που βαρέθηκαν να τους ζητάω συνεχώς κόκα κόλα, μου άφησαν δύο κουτάκια για να το βουλώσω.
Χονδρικά, η πορεία μας ήταν Ραφήνα, Σκύρος, Σποράδες, Θεσσαλονίκη, μια χώρα με όνομα που απαγορεύεται να αναφέρω, Σερβία, σύννεφα, σύννεφα, Δούναβης, σύννεφα, Πολωνία, λίγη Βαλτική, νότια Σουηδία, αριστερά και αμέσως δεξιά στο πρώτο νησάκι για προσγείωση στον 04L.
Το Kastrup μου άρεσε. Κυρίως το κεντρικό κτίριο και το Terminal 3 που είναι πανέμορφο και έχει και εκείνη την τριγωνική στέγη που, σαν φτερούγα, οδηγεί προς το σταθμό του τρένου και το παρακείμενο Airport Hilton. Κάθε αισθητική σύγκριση με χαμπ της νοτιοανατολικής Ευρώπης παρακαλώ να αποσιωπηθεί.
Το δωμάτιό μου στη νότια πτέρυγα του Hilton (είπαμε, άλλος πλήρωνε) είχε θέα στην πίστα (από τον 7ο όροφο και κάτω δεν έχει). Προς πληροφόρησή σας, η τιμή «πόρτας» του δωματίου είναι 2150DKK (288EUR περίπου) ενώ σου πουλάνε (αρχικλέφτες) ίντερνετ στο δωμάτιο με 150DKK (20 ευρώ) την ημέρα. Βρήκα ένα wifi δίκτυο που δεν έχω ιδέα ποιανού ήτανε και συνδέθηκα μια χαρά. Μέσα στο Kastrup η τιμή είναι 5,5 ευρώ η μισή ώρα (wifi και χωρίς πρίζες στο χώρο).
Φωτογραφίες δεν τράβηξα, είχα συνεχώς τον ήλιο στα μούτρα, ούτε να διαβάσω δεν μπορούσα. Δεν πειράζει, σκέφτηκα, θα τραβήξω στην επιστροφή. Που να ’ξερα…..