Στο Χονγκ Κονγκ μετ' εμποδίων (και ΤΗΥ).

TK070 /21FEB15 IST -> HKG

Πίσω στο 2000, όταν και πρωτοάνοιξε, ο νέος τερματικός σταθμός του Atatürk ήταν ένα ωραίο αεροδρόμιο: ευάερο, ευήλιο, πεντακάθαρο, με πολλούς χώρους και 23 γέφυρες επιβίβασης. Αυτά βέβαια ήταν τότε, που η THY είχε ένα στόλο 50 αεροσκαφών, με ναυαρχίδες 7, αν δεν κάνω λάθος, 340-300 και αρκετά Avro. Οι καιροί άλλαξαν, το χρήμα εισέρρευσε, ο στόλος μεγάλωσε, το Atatürk International Terminal προσέθεσε 3 γέφυρες επιβίβασης και η ΤΗΥ άλλα 200 αεροπλάνα. Αυτό βέβαια εξηγούσε πολλά ως προς το πόσο οριακή είναι η κατάσταση στο μεγαλύτερο αεροδρόμιο των Βαλκανίων. Ο υπερήφανος αερομεταφορέας έφτασε εκεί που οι άλλοι δε φτάνουν, πλήρωσε αδρά, μεταξύ άλλων: την Κάρολιν Βοζνιάτσκι, τους Κόμπι Μπράιαντ, Κέβιν Κόστνερ, Λιονέλ Μέσσι, Ντιντιέ Ντρογκμπά, Ευρωλίγκες, Γκολφ, Μπορούσιες Ντόρτμουντ, Μάντσεστερ Γιουνάιτιντ, Βαρθελόνες, Σκάιτραξ και δεν ξέρω και 'γω τι άλλο, ρίχνοντας χρήμα σε ό,τι πούλαγε και ό,τι πουλιόταν. Θεωρητικά, ο Μέσσι μπορούσε να πάει από Ulaanbaatar σε Nouakchott με ένα εισιτήριο, αλλά τέλος πάντων, τι μας ένοιαζαν εμάς αυτά; Εμείς αλλού θέλαμε να πάμε.

Στην αίθουσα αναχωρήσεων γινόταν ένας χαμός, αλλά γιατί να ανησυχούμε για τέτοια μικροπράγματα. Από ένα σημείο και μετά, δεν έχει σημασία ο προορισμός αλλά το (να προσπαθήσεις να κάνεις το) ταξίδι. Η πτήση μας θα αναχωρούσε στις 02:20 (μάλλον ξέχασαν το «Ώρα Δυτικής Γροιλανδίας»). Το Tokyo θα αναχωρούσε στην ώρα του πάντως και θα έκανε επιβίβαση σε remote (θα πρέπει να πήραν μια χαρά οι Ιάπωνες, άλλο πράγμα). Κάποια στιγμή είπαμε να πάμε και στην πύλη μας, τη 204, αν θυμάμαι καλά. Λογικά, γύρω στη 01:00 το 777-300ER θα έπρεπε να ήταν εκεί, για να αρχίσουν τα γνωστά, ίσως και πάλι όχι...

Κάποια στιγμή, γύρω στις 02:20 τοTC-JJF έπιασε gate. Το όνομά του ήταν BEYLERBEYİ, από το όνομα της αυτοκρατορικής θερινής κατοικίας του 19ου αιώνα, του Σουλτάνου Abdülaziz, στον οποίο αποδίδεται η ανάπτυξη του σιδηροδρομικού δικτύου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η έκδοση των πρώτων οθωμανικών γραμματοσήμων και η πρωτοβουλία για την ίδρυση του Αρχαιολογικού Μουσείου της Κωνσταντινούπολης (τι άλλο θα μάθετε πια). Δεν ξέρω εάν είχε αφιχθεί από αλλού ή το έφεραν από κάποιο remote, αλλά τέλος πάντων έφτασε. Φυσικά αυτό σήμαινε ότι είχαμε τουλάχιστον άλλη μία ώρα αναμονής. Η επιβίβαση ξεκίνησε γύρω στις 03:00 κι αφού είχε ολοκληρωθεί ο ανεφοδιασμός σε καύσιμα, τρόφιμα κλπ. Στην πόρτα μας περίμεναν η Ηγουμένη και ο Ιπτάμενος Σεφ. Η καμπίνα της οικονομικής ήταν πεντακάθαρη, όμορφη και περιποιημένη, σε διάταξη 3-3-3 με 2-3-2 από τη σειρά 51 και πίσω, με υφασμάτινα καθίσματα, δερμάτινα ρυθμιζόμενα προσκέφαλα, υποπόδια και με μία συσκευασμένη κουβέρτα, παντόφλες μιας χρήσης και μαξιλάρι επάνω σε κάθε κάθισμα. Αναπόφευκτο λοιπόν το ατελείωτο «χρατσαχρούτσα», μέχρι να αποσυσκευαστούν τα πάντα. Το seat pitch δεν ήταν και τόσο γενναιόδωρο. Ακόμα και αν δεν το είχες καταλάβει εκείνη τη στιγμή, θα το καταλάβαινες “the hard way”, όταν ο μπροστινός θα πατούσε το πλήκτρο της ανάκλισης. Το θρυλικό Planet ήταν ανοικτό και περίμενε να το εξερευνήσουμε. Παράλληλα, σε scroll πέρναγε η ένδειξη ότι ο εκτιμώμενος χρόνος συνδεσιμότητας στο ίντερνετ θα ανερχόταν σε κάτι λιγότερο από 5 ώρες, από τη στιγμή της απογείωσης (εννοείται με χρέωση). H πλοήγηση στο Planet γινόταν είτε μέσω της οθόνης αφής (κλασικά υπήρχε ένα θεματάκι στην απόκριση), είτε μέσω του ενσύρματου χειριστηρίου, που εκτός από joypad, πλήρες πληκτρολόγιο, αναγνώστη πιστωτικής κάρτας και ακουστικό τηλεφώνου, είχε επίσης και τα αντίστοιχα πλήκτρα για τον ατομικό φωτισμό και την κλήση του πληρώματος καμπίνας. Και αυτό το 777 δεν είχε ατομικά ακροφύσια εξαερισμού, ενώ διαπίστωσα, πως η «προβλεπόμενη» και “Ryanair Approved” χειραποσκευή μου, δε χώραγε κατά πλάτος μέσα στο ντουλάπι, αλλά μόνο κατά μήκος. Η ανάκλιση του καθίσματος κινεί παράλληλα και τη βάση προς τα μπρος. Το τραπεζάκι διπλώνει στη μέση, πράγμα ιδιαίτερα χρήσιμο, όταν θες να κρατήσεις ένα ποτήρι κρασί, αλλά όχι όλο το δίσκο ανοικτό. Για να σηκώσεις την πλάτη του καθίσματος σε όρθια θέση, πατάς το κουμπάκι και σπρώχνεις τη βάση του καθίσματος προς τα πίσω.

Ενώ συνεχιζόταν η επιβίβαση, υπό τις παραδοσιακές λάιτ οθωμανικές μελωδίες για ούτι και σάζι, το πλήρωμα ενημέρωσε έναν από τους επιβάτες (για την ακρίβεια, ένα μέλος τον περίμενε στη θέση του), ότι η οθόνη της θέσης του ήταν εκτός λειτουργίας και ότι λόγω της πληρότητας δε θα μπορούσε να τον βάλει σε κάποια άλλη θέση, ωστόσο, μέχρι και να κλείσουν οι πόρτες κάποιος τεχνικός προσπαθούσε να τη θέσει σε λειτουργία, χωρίς αποτέλεσμα, ώσπου εν μέσω πολλών «συγγνώμη και ευχαριστούμε», η προϊστάμενη κράτησε τα στοιχεία επικοινωνίας του επιβάτη ενημερώνοντας τον, ότι θα επικοινωνούσε μαζί του το customer support, μετά την πτήση.

Ακολούθησαν καλωσορίσματα από jumpseats και cockpit, μια ανδρική φωνή είπε κάτι σε κινέζικα (μανδαρινικά ή καντονέζικα, θα σας γελάσω) ενώ οι δύο GE90-115Β έπαιρναν μπρος, προξενώντας ένα μικρό σεισμό στην καμπίνα και ένα ρίγος συγκίνησης στο συντάσσοντα το παρόν. Ακολούθησε η προβολή τουγνωστού βίντεο ασφαλείας, που ολοκληρωνόταν με την έγγραφη προτροπή του Temel Kotil να αξιολογήσουμε την πτήση και να υποβάλουμε τις προτάσεις και τις ιδέες μας, μέσω της φόρμας, που υπήρχε στο SkyLife. Έπειτα είχαμε τον καθιερωμένο έλεγχο της καμπίνας, κατά τον οποίο ζητήθηκε να αποσυνδεθούν τυχόν συνδεδεμένες συσκευές από το USB port των θέσεων. Η αναγγελία “cabin crew take your seats for take-off” συνοδεύτηκε στα τουρκικά από το «Φίλοι συνάδελφοι, πάρτε θέσεις για απογείωση και καλή σας πτήση».

Στις 03:50 οι GE90 αγρίεψαν τόσο, όσο έπρεπε, για να καταφέρουν να σηκώσουν το ιπτάμενο ανάκτορο Beylerbeyi στο αέρα, μαζί με όλους τους ενοίκους, το υπηρετικό προσωπικό, το μάγειρα, το κελάρι με τα τρόφιμα και ό,τι άλλο είχε φορτωθεί ή επιβιβαστεί σε αυτό. Παράλληλα, η κεντρική οθόνη του compartment έπαιζε εναλλάξ, σε ζωντανή μετάδοση, αυτά που «έβλεπαν» η κάτω και η μπροστινή κάμερα, έτσι για να δούμε πόσο καλά είχαν καθαρίσει το χιόνι από τον 03R. Κρίμα που δεν είχε πλαϊνές κάμερες, για να δούμε τις πίστες σλάλομ στους συνδετηρίους.

Τα μάτια έκλειναν ελαφρώς αλλά ο πειρασμός να τεστάρω το Vegetarian Ovo Lacto μενού της Do&Co ήταν τέτοιος που δε με άφηνε να κοιμηθώ. Παράλληλα, το πλήρωμα πέρασε με cart και μοίρασε τοamenity kit,μια ωραιότατη κασετινούλα, που περιείχε μάσκα ύπνου, ωτοασπίδες, lip balm, οδοντόβουρτσα, οδοντόκρεμα και τις θρυλικές «κάλτσες του επισμηνία». Σύμφωνα με το SkyLife, οι κάλτσες αυτές βοηθούν στην αποτροπή των προβλημάτων του Συνδρόμου της Οικονομικής. Η κασετινούλα βρισκόταν μέσα σε άλλο πλαστικό σακουλάκι, οπότε και ακολούθησε άλλος ένας εκευριστικός γύρος από «χρατσαχρούτσα». Για να πω την αλήθεια, πρέπει να ήμουν ο μόνος που δεν έβγαλε παπούτσια σε αυτήν την πτήση.

Ο Ιπτάμενος Σεφ έκανε το πέρασμα του κι από την καμπίνα της οικονομικής, όχι για να μας σερβίρει τίποτα, αλλά για να ζητήσει από τους επιβάτες, που κάθονταν στα παράθυρα, να κλείσουν τα σκιάδια. Τελικά ο Ιπτάμενος Σεφ ήταν ένας φροντιστής ντυμένος Σκαρμούτσος. Τα σκιάδια έμειναν κλειστά, σχεδόν μέχρι το σερβίρισμα του επόμενου γεύματος, δύο ώρες πριν την προσγείωση.

Λόγω του περασμένου της ώρας κι επειδή είχε αρχίσει να ξημερώνει, έγινε «τράμπα» στο σέρβις, με αποτέλεσμα να σερβιριστεί το πρωινό, για το οποίο δεν υπήρχε κάποια διαφοροποίηση ανάμεσα σε στάνταρ ή Vegetarian Ovo Lacto. Σερβιρίστηκε λοιπόν μία νοστιμότατη αεροπορική ομελέτα με πιπερίτσες, γιαουρτάκι με γλυκό κουταλιού, φρούτα, ζεστό ψωμάκι και βούτυρο με μαρμελάδα βύσσινο. Τα υγρά καύσιμα περιλάμβαναν ποικιλίες χυμών, αναψυκτικών, μπύρες και κρασιά Kavaklıdere (αν δεν έχετε πιει το λευκό ημίξηρο Angora, δεν ξέρετε τι χάνετε). Το μάτι μου έπιασε βραζιλιάνικο μεταλλικό νερό “Pureza” (προφανώς η προηγούμενη πτήση ερχόταν από το São Paulo).

Με το μάζεμα των δίσκων (κάπου πάνω από το Βατούμι), ολόκληρη σχεδόν η καμπίνα, παραδόθηκε στην αγκαλιά του Μορφέα. Πάνω από τον Καύκασο ξεκίνησαν και οι πρώτες αναταράξεις, που μας συντρόφευσαν σχεδόν μέχρι την άφιξή μας. Το jetstream/tailwind μας βοήθησε να ξεπεράσουμε τα 1070 χλμ.α.ώ. ground speed, με αντάλλαγμα αρκετό κούνημα και κάποιες ιδιαίτερες στιγμές, όπου γινόταν ιδιαίτερα αισθητή η άνοδος του αριθμού των στροφών των κινητήρων για λίγα λεπτά (κοινώς: «τσίτα τα γκάζια»). Παρά το ότι είχα πάει οργανωμένος, με το laptop γεμάτο βίντεο και τα κινητά γεμάτα, η κούραση ήταν τέτοια, που έμεινα απλά να κοιτάω το app με τη θέση της πτήσης μας στον παγκόσμιο χάρτη και τις συναφείς πληροφορίες.

Όσο πλησιάζαμε προς τα Ιμαλάια, τόσο πιο έντονες γίνονταν οι αναταράξεις, αλλά εάν εξαιρέσουμε το γεγονός ότι παροδικά άναβαν τα φώτα για τις ζώνες, η κατάσταση δεν ενέπνεε κάποια ανησυχία. Στη διάρκεια της πτήσης, το μισό πλήρωμα πάει για ύπνο στο crew rest, παρ' όλα αυτά, πάντοτε υπήρχε ένα μέλος που ανά δέκα λεπτά ανεβοκατέβαινε το διάδρομο. Η θερμοκρασία στην καμπίνα ήταν ιδανική (ίσως και λίγο υψηλότερη από το κανονικό), αλλά γενικά στην Τουρκία έχουν ένα θέμα με τη θερμοκρασία και θέλουν τα σπίτια τους όσο γίνεται πιο ζεστά στη διάρκεια του χειμώνα.

Ακολουθήσαμε πορεία νότια των Ιμαλαΐων. Πίσω στην πατρίδα, ξενύχτηδες φίλοι παρακολουθούσαν την πτήση από το flightradar24. Το αποτέλεσμα ήταν, όταν, αρκετά αργότερα προσγειωθήκαμε, να βρω το wall μου στο facebook με διάφορα σουρρεαλιστικά μηνύματα.

Δύο ώρες πριν την προσγείωση το mood lighting απέκτησε μια «ζωντάνια». Το σκοτεινό μπλε είχε αρχίσει να αποκτά αποχρώσεις του κόκκινου-πορτοκαλί. Η καμπίνα ζωντάνεψε, τα σκιάδια άρχισαν δειλά-δειλά να ανοίγουν και μία θεσπέσια και μεθυστική μυρωδιά από ζεστό αεροπορικό φαγάκι κυρίευσε τις αισθήσεις, διότι ως γνωστόν, ό,τι και να σου τύχει στην Turkish, θα το πάθεις καλά φαγωμένος.

To VLML γεύμα μου ήταν ζυμαρικά σε κόκκινη σάλτσα με μελιτζάνες. Η μόνη διαφορά από τα ζυμαρικά που έφαγαν οι άλλοι, ήταν πως αντί για λαχταριστό ρυζόγαλο φούρνου, ο δικός μου δίσκος είχε ένα κεσεδάκι με φρούτα και η σαλάτα δεν είχε σολωμό. Περιττό να σας πω, ότι αργότερα, μπήκα στην κράτησή μου στο Amadeus και αφαίρεσα το element με το special meal της επιστροφής.

Σε αυτό το σημείο, να ζητήσω συγγνώμη για τη μη-παράθεση φωτογραφιών από το σέρβις. Η κούραση και η ταλαιπωρία ήταν τέτοια, που αυτά είχαν περάσει σε δεύτερη μοίρα (ντροπή μου, το ξέρω).

Η νύχτα έπεφτε και πάλι, όταν οι δίσκοι μαζεύτηκαν και η καμπίνα ετοιμαζόταν για προσγείωση. Λίγο αργότερα, περίπου στις 19:00 τοπική, οι μπροστινή κάμερα έπιανε τα ALS του 07R, όπου και ακουμπήσαμε λίγο άτσαλα, για να ξυπνήσουν και οι τελευταίοι υπναράδες της πτήσης. Ταχύτατη έξοδος από το διάδρομο, στάθμευση και αποβίβαση. Με αρκετό περπάτημα, για να μας φύγει και το ξεμούδιασμα, πήραμε το αυτόματο τρένο για τον έλεγχο διαβατηρίων. Τελειώνοντας από τα διαβατήρια, είδαμε πως οι βαλίτσες βρίσκονταν ήδη στον ιμάντα και -ναι!- είχαν φτάσει ακέραιες!

Ακολούθησε ανάληψη μετρητών, αγορά εισιτηρίου για το Airport Express και μεταφορά στο ξενοδοχείο μας, μέσω του Hong Kong Central.

Αν δε βαρεθήκατε και δε σας πτοεί το χθεσινό «Ντου στο Κατμαντού», μείνετε κοντά μας για να διαβάσετε την περιγραφή των δύο πτήσεων επιστροφής και την αγαπημένη μου «Ώρα της Κρίσης».
 
Εντυπωσιακό service, ωραίο αεροπλάνο, αλλά τίποτε πιο απολαυστικό από την περιγραφή!

(Εντάξει, μωρέ, είχατε κάποιες ώρες αναμονής στην ουρά και μια-δυο μέρες καθυστέρηση στην άφιξη, μην το κάνουμε θέμα :p)
 
TK071/ 24FEB HKGIST (Η πτήση του Ahududulu Cheesecake)

Οι μέρες στο Χονγκ Κονγκ πέρασαν. Σε αυτό βοήθησε και όλο αυτό το σκηνικό, το οποίο ζήσαμε και συνετέλεσε στο να χάσουμε μία ημέρα από τον ήδη περιορισμένο χρόνο μας, αλλά ποιος να το φανταζόταν, όταν κλείναμε τα εισιτήρια, πως τη μέρα που θα ταξιδεύαμε, όλα τα βαρομετρικά χαμηλά της Ευρασίας θα έκαναν πάρτι με οινοπνευματώδη επάνω από τη Βασιλεύουσα.

Η ΤΚ071 θα αναχωρούσε στις 23:15 και οι μέχρι τότε πληροφορίες, που είχαμε, έδειχναν, ότι η πτήση θα αναχωρούσε στην ώρα της. Έτσι, γύρω στις 20:00, πήραμε το MTR από το HKU προς Central και ακολούθως πήραμε το Airport Express για το φανταστικό αεροδρόμιο του HKG. Στο check-in της THY επικρατούσε μία ησυχία. Οι υπάλληλοι ήταν ντυμένες κουφέτα, με κάτι εξοργιστικά ροζ ταγιεράκια. Οι αποσκευές ζυγίστηκαν, οι χειραποσκευές μετρήθηκαν και μου ζητήθηκε να αφαιρέσω αντικείμενα από τη χειραποσκευή, επειδή ήταν υπέρβαρη. Όταν είδαν ότι η χειραποσκευή είχε μέσα ένα laptop, μου είπαν ότι δεν υπήρχε πρόβλημα, γιατί το laptop μετράει πλέον του βάρους της χειραποσκευής, οπότε όλα καλά και παράλογα. Οι κάρτες επιβίβασης εκτυπώθηκαν και εκείνες της ανταπόκρισης μπήκαν σε ξεχωριστό φάκελο για να ξανανοίξουν στην Κωνσταντινούπολη.

Ακολούθησε ο έλεγχος ασφαλείας και ακολούθως ο έλεγχος διαβατηρίων με τη γνωστή επιλογή της λάθος ουράς (βλ. εκείνης που χρειάζεται μία αιωνιότητα για να έρθει η σειρά σου). Ο λόγος ήταν ότι οι μπροστινοί δυτικοευρωπαίοι, είχαν μείνει παραπάνω από όσο όριζε η δωρεάν βίζα τους και οι υπάλληλοι ήθελαν να τους κάνουν κάποιες ερωτήσεις. Το ύφος των γερμανών ήταν τουλάχιστον απαξιωτικό. Ξέρετε, εκείνο το «είστε υπανάπτυκτοι ασιάτες και τι δουλειά έχουμε εμείς οι πολιτισμένοι να απαντάμε στις ερωτήσεις σας».

Η πύλη μας ήταν η 43, που σήμαινε ότι έπρεπε να πάρουμε και το αυτόματο τραίνο, για να φτάσουμε ως εκεί, όπου βρήκαμε ήδη το 17μελές πλήρωμα καμπίνας + το πλήρωμα του cockpit να ετοιμάζονται για την επιβίβαση στο -θεός φυλάξοι- «Αιγαίο» (Ege), γνωστό σαν TC-JJI και το οποίο συναντήσαμε βαμμένο στο παρελθόν στα χρώματα της Barça.

Το γκισέ της πύλης είχε στολιστεί με μία μικρή αλλά impossible-to-miss τουρκική σημαία και η αναγγελία επιβίβασης έγινε στην ώρα της, με ξεχωριστές ουρές για business και οικονομική. Μπήκα δεύτερος μέσα και δεν είδα, εάν τηρήθηκε η πολιτική της επιβίβασης κατά ομάδες (ανάλογα με τον αριθμό της σειράς σου, έχεις ανάλογη προτεραιότητα, ώστε οι μπροστινοί να επιβιβαστούν τελευταίοι).

Το πλήρωμα ήταν εμφανίσιμο, περιποιημένο και η υποδοχή του ήταν θερμή και εγκάρδια (αλίμονο, μετά από δωρεάν ραχάτι 2 ημερών σε μία από τις ωραιότερες πόλεις του κόσμου, να έχουν και παράπονο), υπό τις λάιτ μουσικές μελωδίες για ούτι, σάζι και οδαλίσκες στο χαρέμι. Προς έκπληξή μου, ανακάλυψα ότι το compilation έπαιζε και Ρεμπούτσικα.

Οι θέσεις 51Α και 51Β μας περίμεναν με τις παντοφλίτσες, το μαξιλαράκι και την κουβερτούλα, χωρίς άλλον δίπλα μας. Είπα «δίπλα μας», γιατί μπροστά μας ήρθε η Χονγκκονγκιανή κυρία Πλουσιάδου με τα δύο οκτάχρονα και την υπηρέτρια, με την προοπτική να χαλάσουν το ζεν, το φενγκ σούι, το γινγκ και το γιανγκ της καμπίνας.

Οι πόρτες έκλεισαν, τα καλωσορίσματα ακούστηκαν και -προς μερική ανακούφισή μας- η πτήση δεν ήταν και τόσο γεμάτη, με αρκετές τριάδες ελεύθερες.

Οι πανέμορφες αιθέριες υπάρξεις του 17μελούς πήγαν, ήρθαν, έλεγξαν, χαμογέλασαν, μοίρασαν δωράκια στα επτάχρονα, ασφάλισαν τα slides, έδεσαν τις ζώνες, ενώ οι δύο GE90 σκόρπιζαν δάκρυα χαράς, συγκινούσαν, συγκλόνιζαν και ετοιμάζονταν να στείλουν το «Αιγαίο», από 'κει πού 'ρθε, δηλαδή στην άλλη άκρη της Ασίας.

Και κάπως έτσι, με θόρυβο, αίσθηση ισχύος και βυθισμένοι στα αναπαυτικά καθίσματα με το κάπως περιοριστικό seat pitch, παρακολουθήσαμε την απογείωση από το Planet και αφήσαμε το Chek Lap Kok, με την υπόσχεση, πως θα επιστρέφαμε!

Σχεδόν αμέσως είχαμε τις πρώτες αναταραξούλες, αλλά σκεφτήκαμε πως ΟΚ, αυτό είναι φυσιολογικό. Τα φώτα για τις ζώνες έσβησαν και η πανέμορφη Ayşegül μας έφερε το πρώτο κέρασμα,ένα ωραιότατο λουκουμάκι, έτσι για το καλωσόρισμα (στην Ολυμπιακή το αποκαλούν «ζελεδάκι», όσο πιο ναζιάρικα μπορούν).

Τα Amenity Kits μοιράστηκαν και πάλι, αυτή τη φορά σε υφασμάτινη νάυλον κασετινούλα με φερμουάρ, με το ίδιο ακριβώς περιεχόμενο και από τον ίδιο προμηθευτή.

Ακολούθησαν ζεστές πετσετούλες, μοίρασμα του μενού, έτσι για να ανοίξει η όρεξη. Η μία επιλογή ήταν μπονφιλέ με μανιτάρια, ψητές πιπεριές, ψητά κολοκυθάκια και πατάτες ογκρατέν, ενώ η δεύτερη ήταν τηγανητός Pangasius Bocourti, γνωστός, λέει, στην Ασία ως ψάρι Μπάσα (ένα είδος γατόψαρου), σε σως καλαμποκιού, ρυζάκι και λαχανικά στον ατμό. Όλα συνοδεύονταν από λαδερά φασολάκια και μια συμπαθητική πρασινάδα με μία γαρίδα. Βέβαια, το καλυτερότερο ήταν το επιδόρπιο, που ήταν τζηζκέικ βατόμουρου, αλλά δεν έχει καθόλου πλάκα να το λές στα ελληνικά ή τα αγγλικά, όταν στα τούρκικα λέγεται «αχουντουντουλού τσηζκέικ».

Πήρα το μπονφιλέ και δεν το μετάνοιωσα, όμως έμαθα ότι και το ψάρι ήταν καταπληκτικό. Περιττό να σας πως, ότι τα πρώτα μπουκάλια νερού ήταν Evian (τα επόμενα ήταν της τουρκικής μάρκας Saka). Με δεδομένο, ότι στην προηγούμενη πτήση είχαμε ξεδιψάσει με βραζιλιάνικο νερο, είχαμε αρχίσει να αναρωτιώμαστε εάν η THY έχει και Mineral Water List ή κάβα με επιλεγμένα νερά από όλον τον κόσμο.

Καθώς λοιπόν κινούμασταν προς την ενδοχώρα, οι αναταράξεις συνεχίζονταν. Οι δίσκοι μαζεύτηκαν και για άλλη μια φορά, η καμπίνα άρχισε να ετοιμάζεται για ύπνο. Κάποιοι τυχεροί καβάτζωσαν τριάδες, ενώ εμείς αρκεστήκαμε στην ανάκλιση των καθισμάτων και στην εμπεριστατωμένη μελέτη των δυνατοτήτων και της ποικιλίας του Planet. Το ίδιο έκαναν και τα επτάχρονα, που καθ' όλη τη διάρκεια της πτήσης, δε σταμάτησαν να βλέπουν κινούμενα σχέδια και να παίζουν διάφορα παιχνίδια από την ενσωματωμένη παιχνιδομηχανή του Planet, σε σημείο που είχα αρχίσει να πιστεύω ότι ήταν θέμα χρόνου να τα πιάσει κρίση επιληψίας.

Επιληψία δεν είχαμε, αναταράξεις όμως είχαμε αρκετές και σε κάποιες στιγμές ήταν και ιδιαίτερα τρομακτικές, ειδικά πάνω από το Λόου Ζού, το Τσενγκ Ντου και γενικά το Σετσουάν, που στο εξής, εκτός από το πικάντικο μοσχαράκι του, θα το θυμόμαστε και για τις «ταραχώδεις» στιγμές που ζήσαμε. Προφανώς το headwind/crosswind ήταν αρκετά ισχυρό, γιατί η ταχύτητα εδάφους «έπαιζε» στα 700 χλμ.α.ω. Δεν ξέρω αν αυτό είναι ΟΚ για ένα τέτοιο αεροπλάνο, πάντως σύντομα, η πορεία άλλαξε προς τα βόρεια, οι αναταράξεις συνεχίστηκαν, ενώ από την 51 μπορούσαμε να δούμε και τα καυσαέρια της πτήσης μας, καθώς συναντούσαν τον παγωμένο αέρα. Εάν ισχύουν οι θεωρίες των συνομωσιολόγων, εκείνη τη νύχτα, πολλές βακτριανές καμήλες της Γκόμπι θα πρέπει να εμφάνισαν συμπτώματα ψεκάσματος με βλακόσκονη και βάριο.

Πάνω από τη Σι'αν (Xian) αφήσαμε τον Πήλινο Στρατό πίσω μας, την Εσωτερική Μογγολία στα δεξιά μας και πήραμε βορειοδυτική πορεία προς Ανατολικό Τουρκεστάν (Σινκιάνγκ) και την πρωτεύουσα Ürümqi, περνώντας βόρεια από την έρημο Τακλαμακάν, κι -ευτυχώς- αρκετά βόρεια από τα Ιμαλάια, τα οποία ως γνωστόν εκτός από το αλάτι, παράγουν και πολλές αναταράξεις. Βέβαια κι εμείς δεν είχαμε παράπονο. Μέσα στο «Αιγαίο» γινόταν ένας μικρός χαμός, από κάποιες ιδιαίτερα έντονες. Ξέρεις τι είναι να σηκώνεσαι να πας τουαλέτα και εκείνη τη στιγμή να χάνεις τη γη κάτω από τα πόδια σου; Ρώτα τον κύριο στο 47B να σου πει, που για να βγει από τη θέση του, σήκωσε και την κυρία στο 47C και όλοι μαζί αγκαλιάστηκαν με τους επιβάτες στην 48, στους οποίους έπεσαν πάνω. Όλα αυτά βέβαια ήταν άδικος κόπος, γιατί οι τουαλέτες κλειδώνονταν από το πλήρωμα.

Όπως είναι γνωστό, σε αυτές τις πτήσεις, το μισό πλήρωμα πάει για ύπνο και στα μισά της πτήσης κάνει αλλαγή με το άλλο μισό («γερμανικό νούμερο», που λέγαμε και στο στρατό). Καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού, μέλη του πληρώματος περνούσαν από τους επιβάτες, ενώ κάποια στιγμή, ξύπνησα και βρήκα ένα μπουκαλάκι νερό στη θέση του καθίσματός μου, που είχε αφήσει εκεί για μένα η αεροσυνοδός.

Επόμενη στάση η Αλμά Ατά, την οποία και θαυμάσαμε στο πολύ βάθος και με εξαιρετική ορατότητα, αφού πρώτα χαρήκαμε τις αναταράξεις του όρους Τιεν Σαν. Μιλάμε ότι σε μία πτήση πέρασαν από μπροστά μου δύο εξάμηνα Κεντρασιατικής Ανθρωπογεωγραφίας. Κάπου είχα ακούσει, ότι οι αναταράξεις σε περιβάλλον πτήσης χωρίς σύννεφα, είναι λέει αρκετά επικίνδυνες, διότι -λέει- δεν είναι εύκολο να εξακριβωθεί το μέγεθος της ατμοσφαιρικής διαταραχής. Δεν ξέρω εάν ισχύει αυτό ή όχι.

Μετά την Αλμά Ατά, τα πράγματα ηρέμησαν κάπως, μέχρι που φτάσαμε κάπου κοντά στο Ακτάου του Καζαχστάν, στις ακτές (όχθες, εάν τη θεωρήσουμε λίμνη) της Κασπίας Θάλασσας, την οποία και διασχίσαμε με λίγες αναταράξεις, μέχρι το γνωστό για τις «βρώμικες» ψηφοφορίες στη Γιουροβίζιον, Αζερμπαϊτζάν, όπου και ξεκίνησε το δεύτερο σέρβις, με πορεία προς τα δυτικά, νότια του Καυκάσου.

Επιλογές και πάλι δύο: Κοντζί (πώς είπατε;) Κοτόπουλου ή Ομελέτα με Μανιτάρια. Το «κοντζί» είναι αυτό που εμείς εδώ λέμε «λαπάς», το είχα εντοπίσει και στο μενού ως “Tavuklu Pirinç Lapası” αλλά δεν το πίστευα. Εξ άλλου, οι Τούρκοι ήταν που έκαναν το κοτόπουλο γλυκό (βλ. Tavuk Göğsu). Τέλος πάντων, αυτό φάγαμε και το μετανοιώσαμε, αν και η ποικιλία τριών τυριών και το γιαουρτάκι ήταν εξαιρετικά.

Με το ένα και με το άλλο (αναταράξεις, διορθώσεις πορείας κλπ) η πτήση διήρκεσε περίπου μια ώρα παραπάνω από το αρχικά προβλεπόμενο (το Planet έδινε 04:20 άφιξη), αλλά φτάσαμε πριν από την προγραμματισμένη ώρα. Για την ακρίβεια, φτάσαμε 05:09, όταν το προγραμματισμένο ήταν 05:40.

Στάθμευση και αποβίβαση σε remote και πέρασμα από transit για το επίπεδο των αφίξεων και το τελευταίο σκέλος του ταξιδιού μας.

Μείνετε μαζί μας. Σε λίγο επιβιβαζόμαστε στην πτήση για Αθήνα!
 
Στον σταθμό Central πριν επιβιβαστείς στο Airport Express, μπορείς να κάνεις check-in τις αποσκευές σου και να φτάσεις στο αεροδρόμιο χωρίς τραβολογήματα. Περίεργο να μην προσφέρει αυτή την εξυπηρέτηση η ΤΚ.
 
Όντως, το προσφέρουν. Εμείς δεν το κάναμε.
 
Αν υπάρχει ένα καλό στο Atatürk, αυτό είναι το ότι έχεις να κάνεις με ένα terminal, με όλες τις πτήσεις εξωτερικού, συγκεντρωμένες εκεί. Δεν έχεις μυστήριες αλλαγές, σαν κάτι άλλα ψυχεδελικής συλλήψεως αεροδρόμια (π.χ. Παρίσι CDG2). Για αλλαγή σε πτήση εσωτερικού, τα πράγματα είναι ασφαλώς διαφορετικά. Το κακό είναι, ότι παρ' όλες τις φιλότιμες προσπάθειές του, την άψογη σήμανσή του, την αξιόλογη αισθητική του και τα καταπληκτικά καταστήματά του, το Atatürk εξακολουθεί να μην αποτελεί την επιτομή του user friendly ευρωπαϊκού αεροδρομίου και χάνει από το αγενές προσωπικό ασφαλείας και τον υπερ-κορεσμό πτήσεων και κινήσεων.

Η ανταπόκρισή μας θα γινόταν από τις 300άρες πύλες, που βρίσκονται στο ισόγειο και φυσικά η μετάβαση στο αεροπλάνο, θα γινόταν με λεωφορείο της TGS. Έχοντας ξεμπερδέψει από τα τράνζιτ κλπ. από τις 05:40, είχαμε μπροστά μας τουλάχιστον μία ώρα μέχρι την επιβίβαση την οποία και θα περνούσαμε στις θεσούλες μας.

Με όλα αυτά που συνέβαιναν στη λατρεμένη πατρίδα μας, η αγωνία μας είχε κορυφωθεί: θα βρίσκαμε μια Ελλάδα ή ένα Ελλάντα; Θα πληρώναμε σε ευρώ; Θα έπρεπε να κάνουμε ανάληψη σε δραχμές; Η ελληνίδα πολιτικός, με το μαύρο υπηρεσιακό διαβατήριο, που περίμενε στην 312 είχε σαφέστατα κακοκοιμηθεί και απαιτούσε να μάθει τους λόγους που δεν πηγαίναμε στο αεροπλάνο. Η απάντηση “the operations department has not yet allowed us to start boarding” δεν την κάλυψε και απαίτησε να ανοίξουν τις πόρτες του λεωφορείου, για να μπει στο λεωφορείο, προφανώς γιατί εμείς, οι κοινοί θνητοί της ήμασταν τόσο απεχθείς... Long story short: από την πολλή τη μίρλα, οι υπάλληλοι δεν άντεξαν (λογικό), την έβαλαν μόνη της να περιμένει στο λεωφορείο (κακώς) και δύο λεπτά αργότερα, ξανάνοιξαν τις πόρτες για να επιβιβαστούμε κι εμείς, στο ίδιο λεωφορείο (χεχε). Instant karma, που λένε και στο χωριό μου, για τη βουλευτή...

Επιβίβαση στο TC-JGJ, που έφερε το όνομα Aydın, πατρίδας του Μιχάλη Σουγιούλ, της φωτογράφου Νέλλυ, της Διδώς Σωτηρίου και του Αντνάν Μέντερες. Το «Αϊδίνιο» είχε κάνει και ένα σύντομο πέρασμα από την cult AnadoluJet στο τιμημένο hub Esenboğa της Άγκυρας.

Κατάσταση καμπίνας συμπαθητική, seat pitch ικανοποιητικό, πλήρωμα ΟΚ, απογείωση στην ώρα μας, λίγο μετά τις 07:40, για το τελευταίο σκέλος του ταξιδιού μας.

Παρά τη σύντομη διάρκεια της πτήσης, το σέρβις ήταν και πάλι πληρέστατο, με ένα πρωινό (ντοματάκια cherry, λευκό τυράκι, ελίτσες, κρακεράκια, βούτυρο, μαρμελάδα φράουλας που δεν ήταν «πήχτρα» στην πηκτίνη, φρουτάκια) και ποικιλία υγρών καυσίμων (τέσσερα είδη χυμών, αϊράνι, καφές και τσάι).

Άφιξη εις Αθήνας, λίγα λεπτά μετά τις 09:00, σε έναν αρκετά βρεγμένο 21R. Χ96 και κατ' ευθείαν στη δουλειά!


ΤΙ ΜΑΣ ΑΡΕΣΕ:

α) το σέρβις
Σε μία εποχή, που η περισσότεροι ευρωπαϊκοί αερομεταφορείς «κόβουν» απ' όπου και όσο μπορούν, η THY εξακολουθεί να κακομαθαίνει τους επιβάτες της με full service, ποιοτικούς, ευπαρουσίαστους δίσκους, δωρεάν ακουστικά, ακόμα και σε μία πτήση 60 λεπτών. Στο δε διηπειρωτικό, επειδή η μέχρι τώρα εμπειρία μου ήταν ένα 767 της Aeroflot, ένα 777-200 της China Southern, ένα 757-200 της Air Greenland, ένα 747-400 κι ένα Α340-600 της Lufthansa, οφείλω να δηλώσω εντυπωσιασμένος από το προϊόν της οικονομικής της Turkish. To καλαίσθητο amenity kit, που προσφέρθηκε ήταν εξαιρετικό. Υπήρξε ελληνική προ-ηχογραφημένη εκφώνηση στην TK1844 από Αθήνα προς Κωνσταντινούπολη.

β) τα πληρώματα
Αποτελούμενα από νεαρά άτομα, γυναίκες αλλά και άνδρες, άφησαν εξαιρετικές εντυπώσεις με την ευγένειά τους και παρά το ότι οι περιστάσεις δεν ήταν οι καλύτερες, ειδικά στα σκέλη της μετάβασης.

γ) IFE
Το Planet ήταν πληρέστατο, περιεκτικότατο, με πολλές δυνατότητες, αρκετά εύχρηστο και με σχετικά καλή απόκριση (τουλάχιστον με το all-in-one τηλεχειριστήριο, τηλέφωνο, πληκτρολόγιο κ.ά.)

δ) η εμπειρία ενός all-Boeing ταξιδιού
737-800 στα feeders και 777-300ER στα διηπειρωτικά. Το 3-3-3 στη στάνταρ διαρρύθμιση δεν έχει τις χάρες του 2-4-2 των Α330 αλλά δεν έχει και τα χάλια της οικονομικής του 3-4-3 των περισσότερων 777, που πετούν πάνω από τα κεφάλια μας καθημερινά.
Σαν μπόνους, πήραμε και 2 ταξίδια με τα Boeing 929-100 της κινεζικής Turbojet, προς και από Μακάο.

Τα ίδια 737-800 δρομολογούνται ακόμα και στο Istanbul-Ulaanbaatar μέσω Bishek (wow :thx: ).

777-300ER: μεγαλειώδες (ακόμα και όταν είναι αεροπλάνο και αναγράφεται επάνω σε αυτό το «Αιγαίο»).


ΤΙ ΜΑΣ ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΣΕ (και από πού ν' αρχίσω;):

α) ο Αερολιμένας Ατάτουρκ
Τόσο υπερκορεσμένος, που ακόμα κι αν θεωρήσουμε ότι ήταν πλήρως προετοιμασμένος, στάθηκε αδύνατο να αποφευχθεί ένα ευρείας κλίμακας κύμα ακυρώσεων και ανωμαλίας. Χωρίς να είμαι σίγουρος, έχω την εντύπωση ότι εάν το ίδιο κύμα κακοκαιρίας χτυπούσε το Ελσίνκι, τη Φρανκφούρτη ή το Άμστερνταμ, η έκταση των προβλημάτων, που θα προκαλούσε, ενδεχομένως να ήταν αναλογικά μικρότερη. Σα να μην έφτανε αυτό, η δημιουργία του νέου αεροδρομίου στα βόρεια, φαίνεται πως καθυστερεί.

β) Ground Services
Άμεση συνέπεια των παραπάνω ήταν ο τεράστιος όγκος επιβατών που βρέθηκαν σε ένα αεροδρόμιο επιχειρησιακά κλειστό. Αποβίβαση που διήρκεσε δύο ολόκληρες ώρες, ακριβώς το διπλάσιο της διάρκειας της πτήσης. Στις τεσσερισήμισι ώρες που περιμέναμε εκεί, δε μας προσφέρθηκε το παραμικρό. Κατά το πρώτο μισό της αναμονής μας, τα γκισέ ήταν υποστελεχωμένα. Παντελής έλλειψη wifi και διευκολύνσεων στο χώρο του transit desk. Χαοτική ουρά στο hotel desk και ασφυκτικά γεμάτος ο χώρος του check-in στο επίπεδο των αναχωρήσεων. Εάν υπήρχε κάτι θετικό, αυτό ήταν ότι όσοι πρόλαβαν και πήραν ξενοδοχείο, είπαν τα καλύτερα, ότι όλα τα γκισέ του check-in της THY ήταν επανδρωμένα με υπαλλήλους/επόπτες και ότι -στη δική μας περίπτωση τουλάχιστον- οι αποσκευές έφτασαν ακέραιες, μαζί με εμάς.

γ) Feedback Request
Μου φάνηκε πολύ παράξενο, αλλά παράλληλα με την πίστωση των μιλίων της πρώτης πτήσης μας (ATH-IST), στο inbox μου «προσγειώθηκε» e-mail, προερχόμενο από εταιρεία ερευνών, εκ μέρους Aegean – Star Alliance (λόγω κάρτας Miles&Bonus στην κράτηση), όπου μου ζητήθηκε να αξιολογήσω την Turkish Airlines μόνο για το σκέλος ATHIST. Πραγματικά δεν ξέρω εάν οι απαντήσεις μου θα βοηθούσαν αυτούς που με ρωτούσαν (*A ή Aegean) να βελτιωθούν.

δ) Απουσία in-flight shopping
Κάπου είχα διαβάσει, ότι η THY είχε διακόψει τη συνεργασία με τη SETUR, που είναι εταιρεία διαχείρισης πωλήσεων αφορολόγητων προϊόντων, σε αεροδρόμια και λιμάνια της Τουρκίας. Όσο λοιπόν κι αν θέλαμε να αγοράσουμε ένα μοντελάκι 777, δεν υπήρχε τρόπος να το κάνουμε εν πτήσει. Ωστόσο, στις θέσεις μας υπήρχε ένας κατάλογος με προϊόντα, που θα μπορούσαμε να αγοράσουμε μέσω της ιστοσελίδας https://www.shopandmiles.com/, εάν μέναμε σε επιλεγμένες χώρες.

ε) Ντου στο Κατμαντού
Πάνω που λες ότι όλα πήγαν καλά, κι ας έφτανες ανήμερα της επετείου του Poldercrash, πάνω που τα σημάδια της κούρασης και του jetlag αρχίζουν να φεύγουν, γίνεται ακόμα κάτι που σε προβληματίζει και κάνει ακόμα πιο δύσκολη την απάντηση στο ερώτημα: «Ξαναπετάς;».


Widen Your World: Σινγκαπούρη, Σεούλ, Τόκυο, Οσάκα, ερχόμαστε!
 
Top